Σε προηγούμενο άρθρο εξετάσαμε την απόδοση του pot (pot odds), δηλαδή πόσα μπορούμε να κερδίσουμε σε αναλογική σύγκριση με το ποσό που απαιτείται να ρισκάρουμε.
Οι αποφάσεις μας όμως δεν πρέπει να εξαρτώνται αποκλειστικά από αυτό όταν οι ποσότητες των chips που απομένουν για ποντάρισμα σε επόμενους γύρους είναι μεγάλες.
Σε ένα pot που διεκδικούμε τα implied odds δίνονται από τον τύπο: [(Ποσό που υπάρχει στο pot) + (επιπλέον ποσό που θα κερδίσουμε αν βελτιωθούμε στη συνέχεια)] / [Ποσό που καλούμαστε να κάνουμε call για να συνεχίσουμε]. Το ποσό που υπάρχει στο pot συμπεριλαμβάνει και το ποντάρισμα που δεχόμαστε. Αυτό θα γίνει πιο κατανοητό με το παρακάτω παράδειγμα.
Έχουμε Α-5 σπαθιά κι έχουμε μείνει με έναν αντίπαλο. Είμαστε μετά το turn και τα κοινά φύλλα που έχουν έρθει είναι:
J-σπαθί, 10-καρό, 9-μπαστούνι, 7-σπαθί.
Από τους προηγούμενους γύρους πονταρίσματος έχουμε την εκτίμηση ότι ο αντίπαλός μας έχει τουλάχιστον 2 ζεύγη ή κέντα, οπότε ένας Α δε θα μας δώσει τη νίκη. Επομένως περιοριζόμαστε σε κάποιο σπαθί στο river για να κερδίσουμε. Στο pot υπάρχουν από προηγούμενα πονταρίσματα 100€ κι ο αντίπαλος μας ποντάρει 50€, οπότε καλούμαστε να ρισκάρουμε 50€ για να διεκδικήσουμε 150€. Ο αντίπαλος έχει στη διάθεσή του άλλα 500€ για μελλοντικά πονταρίσματα ενώ εμείς άλλα 300€. Μόνο που ο συγκεκριμένος αντίπαλος είναι διατεθειμένος να μας πληρώσει κατά μέσο όρο (μακροπρόθεσμη εκτίμηση) άλλο ένα ποντάρισμα 100€ μετά και από το river, αν αυτό έρθει σπαθί.
Δηλαδή ουσιαστικά ρισκάρουμε 50€ για να κερδίσουμε 250€ και τα implied odds που έχουμε με βάση τον παραπάνω τύπο είναι: (150€ + 100€)/50€ ή 250 προς 50 ή 5 προς 1. Οι πιθανότητες να μην κάνουμε το χρώμα είναι περίπου 4 προς 1, άρα συμφέρει να κάνουμε το call. Αντίθετα, αν δούμε εντελώς ψυχρά τα pot odds βλέπουμε ότι είναι 150 προς 50 ή 3 προς 1, κάτι που από μόνο του θα καθιστούσε αποτρεπτικό το call. Η δυνατότητα όμως που μας προσφέρει ο γύρος πονταρίσματος στο river να πληρωθούμε κι άλλο αν πετύχουμε το χρώμα που κυνηγάμε αλλάζει τα δεδομένα και μας προτρέπει να συγκλίνουμε προς την επιλογή του call.
Αν συνέβαινε η ίδια ακριβώς περίπτωση αλλά απέμεναν στον αντίπαλο μόνο 40€ ακόμη για μελλοντικό ποντάρισμα (αντί για 500€) τότε τα δεδομένα θα άλλαζαν. Δε θα μπορούσαμε να του αποσπάσουμε περισσότερα από αυτά τα επιπλέον 20€, κάτι που θα έκανε την απόφασή μας ακόμη πιο εύκολη (πάσο).
Γενικά τα implied odds δεν είναι κάτι εύκολο να υπολογίσουμε κι εξαρτώνται από πολλούς αστάθμητους παράγοντες. Ένας από αυτούς είναι η εικόνα που έχει σχηματίσει ο αντίπαλος για μας αλλά κι εμείς για τον αντίπαλό μας. Αν ξέρουμε από παρόμοιες περιπτώσεις ότι ο συγκεκριμένος παίχτης δε φοβάται πολύ φύλλα που δίνουν πιθανόν χρώμα ή κέντα σε έναν αντίπαλό του, έχουμε αυξημένα implied odds σε σύγκριση με έναν αντίπαλο που φοβάται ή που έχει την ικανότητα να διαβάζει πολύ καλά τα φύλλα των άλλων.
Επίσης όσο πιο μεγάλα είναι τα stacks τόσο περισσότερα είναι τα implied odds. Τέλος, στο NL Holdem και πολύ πιο συχνά στο PL Omaha, έχουμε αυξημένα implied odds όταν το φύλλο που κυνηγάμε θα μας δώσει τον καλύτερο δυνατό συνδυασμό. Δηλαδή στο παραπάνω παράδειγμα όπου το χρώμα που κυνηγάμε θα είναι το βέλτιστο δυνατό, αν ο αντίπαλός μας κρατάει K-σπαθί Q-σπαθί, μπορεί τα pot odds να μειώνονται λόγω του ότι κρατάει κι αυτός 2 σπαθιά κι έτσι έχουμε 2 outs λιγότερα, αλλά αν κάνουμε το χρώμα μας θα μας πληρώσει το μέγιστο δυνατό (άρα έχουμε πολύ μεγάλα implied odds).
Γι’ αυτό και το μέγεθος των stacks παίζει καταλυτικό ρόλο στις αποφάσεις μας, όχι μόνο από ένα προχωρημένο σημείο της παρτίδας, αλλά ακόμη και πριν από το flop, δηλαδή στην επιλογή αρχικών φύλλων. Κι αυτό γιατί π.χ. τα suited connectors είναι φύλλα που μας δίνουν περισσότερες πιθανότητες να βρεθούμε σε μία κατάσταση παρόμοια με την παραπάνω.