Στο 7 Card Stud, δεν υπάρχουν community cards, ούτε blinds. Το παιχνίδι ξεκινά και όλοι οι παίκτες πρέπει να βάλουν το "φως" (ante). Αυτό είναι ένα μικρό ποσό ανάλογα με το όριο του τραπεζιού.
Στη συνέχεια ο dealer μοιράζει 2 κλειστά χαρτιά σε κάθε παίκτη και ένα ανοικτό. Ο παίκτης με το μικρότερο ανοικτό φύλλο είναι αυτός που ξεκινάει το γύρο στοιχηματισμού (κάνοντας το λεγόμενο bring-in). Αν πάνω από ένας παίκτης έχουν ίδιο χαμηλό φύλλο (π.χ το 2) τότε αυτός που ξεκινάει είναι ο παίκτης με το χαμηλότερο χρώμα. Η σειρά των χρωμάτων από πάνω προς τα κάτω είναι μπαστούνια, κούπες, καρό και σπαθί. Άρα το χαμηλότερο φύλλο είναι το 2 σπαθί. Αυτή είναι και η μοναδική φορά που μετράει το χρώμα των φύλλων στο παιχνίδι αυτό.
Αφού ολοκληρωθεί ο γύρος στοιχηματισμού, τότε ο dealer μοιράζει άλλο ένα ανοικτό φύλλο (4th street) και ένας νέος γύρος στοιχηματισμού ξεκινάει. Μετά ο dealer μοιράζει και πέμπτο φύλλο ανοικτό (5th street) ένας γύρος στοιχηματισμού ακολουθεί και μετά ένα ακόμα ανοικτό φύλλο μοιράζεται σε κάθε παίκτη (6th street). Όταν ολοκληρωθεί και αυτός ο γύρος τότε ο dealer μοιράζει το 7ο και τελευταίο φύλλο σε κάθε παίκτη, κλειστό αυτή τη φορά και ξεκινάει ο τελευταίος γύρος στοιχηματισμού. Αυτή η φάση του παιχνιδιού μπορεί και να έχει μια παραλλαγή αν οι παίκτες που έχουν μείνει στο pot είναι πολλοί και η τράπουλα έχει εξαντληθεί, ή δεν φτάνουν τα φύλλα για να πάρουν όλοι 7ο χαρτί. Στην περίπτωση αυτή ο dealer ανοίγει ένα φύλλο στο τραπέζι που είναι κοινό για όλους.
Ο στοιχηματισμός σε αυτό το παιχνίδι είναι αυστηρά fixed limit. Όπως ακριβώς και στο limit hold’em έτσι και στο 7 card stud στον αρχικό γύρο πονταρίσματος και στο 4th street το ποντάρισμα είναι το προκαθορισμένο μικρό ποντάρισμα, ενώ στα 5th, 6th & 7th street υπάρχει το μεγάλο ποντάρισμα, που είναι το διπλάσιο του μικρού. Πχ σε ένα τραπέζι $5/$10 το μικρό ποντάρισμα είναι $5 και το μεγάλο $10. Ο παίχτης που κάνει το bring-in θέτει υποχρεωτικά ένα ποσόν μικρότερο του μικρού πονταρίσματος, πχ στην περίπτωσή μας $3, αλλά αν έχει ισχυρό φύλλο μπορεί να βάλει απ’ ευθείας $5. Οι υπόλοιποι παίχτες για να παίξουν θα πρέπει να βάλουν κι αυτοί ποσό ίσο με τα $3 του bring-in (ή $5 αν τελικά ο πρώτος παίχτης ξεκίνησε με raise) ή να κάνουν raise οι ίδιοι σε συνολικό ποσό ίδιο με το μικρό ποντάρισμα, δηλαδή τα $5. Κάθε raise σε κάθε γύρο πονταρίσματος προσθέτει ένα ακόμη ποντάρισμα στο συνολικό ποσό που πρέπει να βάλει κάποιος για να συνεχίσει. Πχ στο 4th street αν κάποιος ποντάρει $5 κι ο επόμενος θέλει να κάνει raise θα ποντάρει συνολικά $10, ενώ αν κάποιος ενεργός παίχτης μετά από αυτόν θελήσει να κάνει re-raise θα τα κάνει συνολικά $15. Συνήθως υπάρχει όριο (cap) στον αριθμό των raise σε κάθε street.
Η αξία των αρχικών φύλλων εξαρτάται (εκτός από το πόσα άτομα κάθονται στο τραπέζι) κι από άλλους παράγοντες, που συναντώνται αποκλειστικά σε αυτή τη μορφή παιχνιδιού. Ένας από αυτούς είναι το μέγεθος του bring-in, σε σχέση με το μικρό ποντάρισμα, δηλαδή πχ άλλο να είναι $1 το bring-in σε παιχνίδι $5-$10 κι άλλο να είναι $3. Επίσης σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει το στυλ παιχνιδιού είναι το μέγεθος του ante.
Το μεγάλο ante σε αναλογία με τα πονταρίσματα ωθεί τους παίχτες σε πιο επιθετικό παιχνίδι ακόμη και χωρίς πολύ δυνατά αρχικά φύλλα, αφού η κλοπή του αρχικού pot αποκτά μεγάλη αξία. Αντιθέτως, σε παιχνίδι με μικρό ante συμφέρει κανείς να περιμένει τα πολύ καλά φύλλα για να παίξει. Ένας άλλος παράγοντας που επηρεάζει δραστικά την αξία του φύλλου μας είναι το γεγονός ότι κάθε παίχτης έχει ανοιχτά και κλειστά φύλλα.
Άλλη αξία έχει ένα ζεύγος Κ όταν είναι και οι δύο στα κρυφά φύλλα από ότι αν ο ένας από τους 2 είναι στα ανοιχτά. Αν πχ έχουμε αρχικά ζεύγος από 10άρια και δούμε μπροστά μας κάποιον με Κ φανερό να κάνει raise κι αμέσως μετά κάποιον με Q φανερή να κάνει call τότε το φύλλο μας είναι ένα πολύ εύκολο πάσο. Εφόσον ο αρχικός με το φανερό Κ παριστάνει ότι έχει ζεύγος Κ, ο επόμενος που κάνει call με Q φανερή είτε δεν τον πιστεύει και θεωρεί ότι το ζεύγος Q που έχει είναι καλό, είτε ότι έχει ζεύγος ΑΑ κρυφό, είτε ότι έχει 3 ντάμες!
Μπορεί βέβαια να παίζει και με κάτι σαν Q-J-10 ομόχρωμα, αλλά και πάλι, υπάρχει ο αρχικός αντίπαλος που μας λέει ότι έχει ρηγάδες. Και να μη συμβαίνει τίποτα από αυτά μπορεί κάποιος να πιάσει στο 4th street έναν Κ, ή μία Q, ή ακόμη κι έναν J και να μας προσπεράσει.
Άλλα στοιχεία αξιοσημείωτα που έχει το παιχνίδι και δε συναντώνται σε άλλες μορφές πόκερ είναι ο φόβος κι ο σεβασμός απέναντι στα φανερά φύλλα του αντιπάλου. Πχ είναι εύκολο να μπλοφάρουμε ότι έχουμε χρώμα αν τα 4 φανερά μας φύλλα είναι όλα μπαστούνια ενώ δεν έχουμε κανένα άλλο μπαστούνι στα κρυφά. Ειδικά αν μεταξύ τους βρίσκεται ο Α μπαστούνι μπορεί να αναγκάσουμε κάποιον αντίπαλό μας να πάει πάσο ένα χρώμα στον Κ, ακόμη κι αν τα pot odds που έχει είναι πολύ δελεαστικά. Επίσης δε φοβόμαστε πολύ να μπλοφάρουμε όπως σε μία (όχι και τόσο) αντίστοιχη περίπτωση στο Holdem, όπου βγαίνει πχ στο turn το 3ο μπαστούνι κάτω, γιατί αν επιχειρήσουμε μπλόφα αναπαριστάνοντας το χρώμα μπορεί ο αντίπαλος να κυνηγούσε αυτός το χρώμα και να μπλέξουμε άσχημα. Στο 7 card stud η αποκλειστικότητα που έχει ο κάθε παίχτης στα φύλλα του ευνοούν τέτοιες πιο άφοβες και πιο τρομαχτικές μπλόφες. Επίσης τεράστια αξία έχουν τα full houses στα οποία χρησιμοποιούνται και τα τρία από τα κρυφά μας φύλλα. Κι αυτό γιατί τα φανερά μας φύλλα δεν είναι ζευγαρωμένα κι έτσι δεν μπορεί να φανταστεί εύκολα ο αντίπαλός μας την ισχύ του φύλλου μας. Τέλος, το παιχνίδι προσδίδει επιπλέον πλεονέκτημα στους αριθμομνήμονες και σε αυτούς που είναι πολύ γρήγοροι σε μαθηματικούς υπολογισμούς.
Έχει μεγάλη αξία να θυμάται ένας παίχτης πόσα μπαστούνια πέρασαν ως φανερά φύλλα από χέρια παιχτών που τώρα έχουν πάει πάσο (ικανότητα που πολλοί από εμάς μπορεί να έχουν αναπτύξει παίζοντας τη γνωστή μας ξερή), ειδικά αν κυνηγάει χρώμα στα μπαστούνια. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία λόγω του ότι το παιχνίδι είναι fixed limit και συχνά δημιουργούνται μεγάλα pots που δίνουν ικανοποιητικά pot odds για κάποιους που κυνηγάνε φύλλα για να βελτιωθούν στα επόμενα streets και μιας και τα καθορισμένα σε μέγεθος πονταρίσματα δεν επιτρέπουν πάντα στους παίχτες με ήδη καλό φύλλο να το προστατέψουν.
Έτσι προκύπτουν συχνά οριακές καταστάσεις με τα pot odds, τόσο οριακές που αν δε θυμάται κάποιος με ακρίβεια πχ πόσα μπαστούνια περάσανε στα χέρια παιχτών που τώρα έχουν πάει πάσο να λάβει εσφαλμένη απόφαση για call ή fold.